Στη νοτιο-ανατολική γωνιά της Ελλάδας, κατά μήκος των μικρασιατικών ακτών, βρίσκονται τα Δωδεκάνησα, όρος που επικράτησε για τα νησιά αυτά από το 1908. Η κατοίκησή τους τοποθετείται στην προϊστορική εποχή, όπως προκύπτει από τα ευρήματα των ανασκαφών. Τα Δωδεκάνησα είναι συνδεδεμένα με μυθικές παραδόσεις, ανάμεσα στις οποίες κυρίαρχη είναι αυτή που αφορά τη λατρεία του ήλιου.
Ο επισκέπτης, είτε γνωρίσει την κοσμοπολίτικη Ρόδο, είτε την απομακρυσμένη Μεγίστη, διαπιστώνει ότι η πανάρχαια ιστορία των Δωδεκανήσων – είναι βέβαια περισσότερα από Δώδεκα – συνδέεται μ’ ένα εξίσου ελκυστικό παρόν. Θα περιπλανηθεί στα κάστρα και τα παλάτια της Ρόδου, στα ερείπια του Ασκληπιείου στην Κω, του όμορφου νησιού του Ιπποκράτη. Θα ανακαλύψει τους λαογραφικούς θησαυρούς της Καρπάθου, το ιστορικό μοναστήρι της Πάτμου, θα γοητευθεί από το νησί των σφουγγαράδων, την Κάλυμνο. Ψυχή και μάτια θα χορτάσουν από τη μαγεία των Δωδεκανήσων.
Το μεγαλύτερο σε έκταση και σε πληθυσμό νησί των Δωδεκανήσων είναι η Ρόδος. Κάθε λαός και τόπος έχει ένα μύθο για την απαρχή της ιστορίας του. Για τη Ρόδο ο μύθος της γέννησής της αναφέρει ότι αναδύθηκε από τη θάλασσα για να δοθεί ως δώρο στο θεό Ήλιο, ο οποίος έγινε ο πολιούχος θεός του, το προίκισε αιώνια με το χρυσό φως των ακτίνων του και του χάρισε ως σύμβολο το ιερό άνθος του, το ρόδον.
Η Ρόδος κατοικήθηκε στα προϊστορικά χρόνια από προελληνικά φύλα (τα οποία ο μύθος αναφέρει με το όνομα Τελχίνες) και αργότερα από Μυκηναίους και Αχαιούς. Τελικά κυρίαρχοι του νησιού έγιναν οι Δωριείς, οι οποίοι ίδρυσαν τρεις σημαντικές πόλεις, την Ιαλυσό, τη Λίνδο και την Κάμειρο, και έδωσαν στο νησί το δωρικό χαρακτήρα που διατήρησε σ’ όλη τη διάρκεια της αρχαίας ιστορίας του.
Ευνοημένη η Ρόδος από τη γεωγραφική θέση της, στο μέσο ακριβώς των αρχαίων εμπορικών δρόμων μεταξύ Βορρά -Νότου και Ανατολής-Δύσης και χωρίς αξιόλογη ανταγωνίστρια πόλη στα απέναντι μικρασιατικά παράλια αναπτύσσεται, ευημερεί οικονομικά και μετατρέπεται σε σημαντική ναυτική δύναμη και σε σπουδαίο εμπορικό κέντρο. Οι Ρόδιοι ταξιδεύουν σ’ όλη τη Μεσόγειο ιδρύοντας αποικίες και εμπορικούς σταθμούς, ενώ συνάπτουν προνομιακές εμπορικές σχέσεις με την Αίγυπτο, τις οποίες θα διατηρήσουν και θα εκμεταλλευτούν και σε επόμενες ιστορικές περιόδους.
Το σπουδαιότερο γεγονός στην αρχαία ιστορία του νησιού είναι ο Συνοικισμός. Τότε (408 π.Χ.) οι τρεις αρχαίες πόλεις του νησιού, υπό την καθοδήγηση του Δωριέα, πολιτικού, ολυμπιονίκη και γιου του Διαγόρα, ενώνονται για να ιδρύσουν την πόλη της Ρόδου. Έκτοτε η ιστορία όλου του νησιού ταυτίζεται με την ιστορία της νέας πόλης.
Η νέα πόλη κτίζεται σύμφωνα με το ιπποδάμειο ρυμοτομικό σύστημα στο βόρειο άκρο του νησιού. Ελέγχοντας το θαλάσσιο δρόμο από το Αιγαίο προς τα ελληνιστικά βασίλεια της ανατολής, προικισμένη με πέντε λιμάνια και ευνοημένη από ιστορικές συνθήκες και συγκυρίες, ακμάζει, ευημερεί και γίνεται μια από τις ωραιότερες, πλουσιότερες και ισχυρότερες πόλεις της εποχής.
Η θέση της ως δημοκρατικής και ουδέτερης πόλης ανάμεσα στις ελληνιστικές μοναρχίες εδραιώνεται κυρίως μετά την απόκρουση της πολιορκίας του Δημήτριου του Πολιορκητή. Από την πώληση των πολιορκητικών μηχανών που ο Δημήτριος εγκαταλείπει, χρηματοδοτείται η κατασκευή του Κολοσσού της Ρόδου, που αποτελεί ένα από τα επτά θαύματα της αρχαιότητας.
Η πόλη εξελίσσεται σε μεγάλη ναυτική δύναμη και στο κύριο διαμετακομιστικό εμπορικό και τραπεζικό κέντρο της ανατολικής Μεσογείου σημειώνοντας ταυτόχρονα μεγάλη πολιτιστική και πνευματική ανάπτυξη. Όμως η άνοδος της Ρώμης διακόπτει την ακμή της πόλης. Η νέα τάξη πραγμάτων της pax romana δεν μπορεί να ανεχθεί την παρουσία οποιασδήποτε άλλης ανταγωνιστικής στη Ρώμη πόλης. Το 42 π.Χ. οι Ρωμαίοι πολιορκούν και κυριεύουν τη Ρόδο. Της αφαιρούν το στόλο και την απογυμνώνουν από τους καλλιτεχνικούς θησαυρούς που την κοσμούν, μεταφέροντάς τους στη Ρώμη. Η Ρόδος, παρά το ότι καταφέρνει να διατηρήσει για πολλά χρόνια ακόμα την πνευματική και πολιτιστική ακτινοβολία της, έχει εισέλθει πια σε τροχιά παρακμής και τελικά μετατρέπεται σε μια απλή επαρχία της Ρωμαϊκής και αργότερα της διάδοχης Βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Η οικονομική παρακμή, οι φυσικές καταστροφές και οι εχθρικές επιδρομές δεν επιτρέπουν στη Ρόδο να ανακτήσει το χαμένο κλέος. Η αρχαία πόλη συρρικνώνεται και περιορίζεται στα σημερινά όρια της μεσαιωνικής πόλης. Δε χάνει βέβαια τη στρατηγική σημασία της και εξακολουθεί να αποτελεί ναυτική βάση και εμπορικό σταθμό των Βυζαντινών, αλλά ελάχιστα πράγματα θυμίζουν την αρχαία ένδοξη εποχή.
Κατά τη Λατινοκρατία η Ρόδος ακολουθεί παρόμοια τύχη με τα υπόλοιπα νησιά του αρχιπελάγους, αλλάζοντας συνεχώς άρχοντες, ώσπου το 1309 το νησί καταλαμβάνεται από το πολυεθνικό στρατιωτικό-θρησκευτικό τάγμα των Ιωαννιτών Ιπποτών της Ιερουσαλήμ, οι οποίοι εκπατρισμένοι (μετά την επανάκτηση των Αγίων Τόπων από τους Μουσουλμάνους), αναζητούν νέα έδρα. Το νησί έρχεται σε οικονομική, πολιτική και πολιτιστική επαφή μ’ όλη τη δυτική Ευρώπη και μετατρέπεται σ’ ένα από τα σημαντικότερα εμπορικά και ναυτικά κέντρα της Ευρώπης, εξυπηρετώντας το εμπόριο και τη ναυσιπλοΐα μεταξύ Δύσης και Ανατολής.
Η κύρια δραστηριότητα των Ιπποτών ήταν οι πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον των μουσουλμάνων (Οθωμανών, Τούρκων ). Θωρακίζουν την πόλη με μια σειρά από εξαιρετικά ισχυρά οχυρωματικά έργα που της χαρίζουν τον τίτλο της καλύτερα οχυρωμένης πόλης της εποχής. Ταυτόχρονα οικοδομούν μεγάλα δημόσια κτίρια όπως το παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου και το Νοσοκομείο. Η ισχυρή οχύρωσή της θα βοηθήσει στην απόκρουση της μεγάλης τουρκικής πολιορκίας του 1480. Το 1522 όμως οι Τούρκοι επανέρχονται και αυτή τη φορά οι Ιππότες δεν μπορούν να αντισταθούν στην τουρκική λαίλαπα. Οι Ιππότες εκπατρίζονται ξανά και καταλήγουν στη Μάλτα, ενώ η Ρόδος παραδίδεται στα χέρια των Τούρκων και μετατρέπεται ξανά σε επαρχία αυτοκρατορίας – αυτή τη φορά της Οθωμανικής.
Τους επόμενους τέσσερις αιώνες η Ρόδος είναι αδύνατο να ξεφύγει από το πολιτισμικό και οικονομικό τέλμα στο οποίο τη συμπαρασύρει η Οθωμανική αυτοκρατορία. Αποκόπτεται από τις κοσμογονικές εξελίξεις που συντελούνται στην Ευρώπη, εισέρχεται στο περιθώριο της ιστορίας και βιώνει μια σκοτεινή περίοδο οικονομικής και πολιτιστικής παρακμής. Το μόνο παρήγορο στοιχείο είναι η διατήρηση της εθνικής συνείδησης, της γλώσσας, της θρησκείας και των παραδόσεων των κατοίκων.
Το 1912 η Ιταλία (που βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με την Οθωμανική αυτοκρατορία) καταλαμβάνει τη Ρόδο μαζί με τα άλλα Δωδεκάνησα. Αρχικά υπόσχεται την αυτονόμηση των νησιών και τη μελλοντική απόδοσή τους στην Ελλάδα. Καθώς όμως ο καιρός περνά και κυρίως μετά την εδραίωση του φασιστικού καθεστώτος συμπεριφέρεται αποικιοκρατικά και ακολουθεί απροκάλυπτα πολιτική εξιταλισμού. Ενώ εκτελεί μεγαλόπνοα δημόσια έργα και εκσυγχρονίζει τη διοίκηση, η καταπίεση που ασκεί, οι διώξεις και η προσπάθεια αφελληνισμού συσπειρώνουν και ξεσηκώνουν την κοινωνία της Ρόδου. Η εθνική δικαίωση ήρθε μετά τη λήξη του Β’ παγκοσμίου πολέμου, το Μάρτιο του 1948, όταν η Ρόδος και τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα ενώθηκαν με την Ελλάδα.
Η πόλη της Ρόδου είναι μια από τις πιο όμορφες πόλεις της Ευρώπης με 43.500 κατοίκους. Κτίσθηκε αμφιθεατρικά στο βορειότερο άκρο του νησιού το 408 π.Χ. και πρόσφατα γιόρτασε τα 2400 χρόνια από την ίδρυση της. Τα δύο πρόσωπά της - το μεσαιωνικό και το σύγχρονο - είναι εξίσου γοητευτικά και εντυπωσιακά. Το μεσαιωνικό τμήμα της πόλης βρίσκεται μέσα από την τάφρο και το εντυπωσιακό οχυρωματικό τείχος με τους προμαχώνες και τις επάλξεις. Διατηρεί αναλλοίωτο το μεσαιωνικό χαρακτήρα και το χρώμα της με τα πέτρινα ιδιωτικά και δημόσια κτίρια, τους στενούς λιθόστρωτους δρόμους, τις καμάρες και τις αψίδες, όλα τέλεια διατηρημένα όπως ήταν τον 15ο αι. μ.Χ. Αυτός είναι και ο λόγος που όλο το οικιστικό σύνολο έχει χαρακτηριστεί ως μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς και προστατεύεται από διεθνείς συνθήκες και οργανισμούς (Unesco).
Το εντυπωσιακότερο οικοδόμημα της μεσαιωνικής πόλης είναι το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου, το οποίο δεσπόζει στο ψηλότερο σημείο της. Χρησίμευε ως κατοικία του Μεγάλου Μαγίστρου και ως διοικητικό κέντρο του τάγματος των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη οι οποίοι διαφέντευαν τη Ρόδο για 200 περίπου χρόνια.
Στο σύγχρονο τμήμα της πόλης κυριαρχεί η κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα ενός σύγχρονου τουριστικού θέρετρου με το όμορφο λιμάνι, τα επιβλητικά δημόσια κτίρια, τους φαρδείς δρόμους με τις δενδροστοιχίες, τα πάρκα, τις παραλίες, τα πολυτελή ξενοδοχεία, το πλούσιο και πολύβουο εμπορικό κέντρο
Μέσα σ’ αυτό το ιστορικό και πολιτιστικό κλίμα εγκαθιδρύθηκε το Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών, η ανθοφορία του οποίου αποτελεί πρωταρχικό στόχο της Πανεπιστημιακής κοινότητας και της τοπικής κοινωνίας.
Πηγή κειμένου: http://www.rhodes.aegean.gr
Πηγή φωτογραφιών: Ρουβήμ Καρασάββας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου